εὔνοστον

εὔνοστον
εὔνοστος
Good Yield
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Εὔνοστον — Εὔνοστος Good Yield masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εύνοστος — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ηλιέα και της Σκιάδας, που τον λάτρευαν κυρίως στην Τανάγρα ως προστάτη των ποντοπόρων από τις τρικυμίες αλλά και των στεριανών από τους σεισμούς και την ξηρασία. Τον είχε αναθρέψει η νύμφη Ευνόστη και τον αγάπησε… …   Dictionary of Greek

  • προμυλαία — ἡ, Α 1. η προστάτιδα τών μύλων θεά 2. (κατά τον Ησύχ.) «θεὸς ἱδρυμένη ἐν τοῑς μύλωσι» 3. (κατά τον Φώτ.) «θεὸς προμύλιος ἣν ἀφίδρυντο ἐν τοῑς μύλωσιν ὡς εὔνοστον». [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + μύλος / μύλη + κατάλ. αῖος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”